Τρίτη 21 Δεκεμβρίου 2010

κοκκινόχηνα

Η Κοκκινόχηνα (Branta ruficollis) είναι μία από τις μικρότερες σε μέγεθος αγριόχηνες του κόσμου: έχει μήκος σώματος 53-56 εκ., όσο δηλαδή μία Πρασινοκέφαλη (Anas Platyrhynchos), καθώς και μικρό κεφάλι και ράμφος, ενώ κατά τα άλλα διαθέτει όλα τα τυπικά χαρακτηριστικά των αγριόχηνων, δηλ. μυτερές, δυνατές φτερούγες και κοντά πόδια.

Ταυτόχρονα όμως, είναι ίσως το ομορφότερο είδος αγριόχηνας και ένα από τα πιο εντυπωσιακά πουλιά της Δυτικής Παλαιαρκτικής: το φτέρωμά της χαρακτηρίζεται από τις έντονες αντιθέσεις του μαύρου-άσπρου, ενώ το κάτω μέρος του λαιμού, η κοιλιά και τα μάγουλα έχουν καστανοκόκκινο-βυσσινί χρώμα, που, ως συνήθως, στα ενήλικα πουλιά, έχει πιο έντονες αποχρώσεις.

Ως προς τη συμπεριφορά της, η Κοκκινόχηνα μοιάζει πολύ με τις υπόλοιπες αγριόχηνες, αλλά είναι πολύ πιο ευκίνητη και γρήγορη όταν βόσκει, σπάνια δε τα κοπάδια πετούν σε σφηνοειδείς ή γραμμικούς σχηματισμούς.

Οι Κοκκινόχηνες φωλιάζουν στην Σιβηριανή Αρκτική τούνδρα, από το Δέλτα του ποταμού Ob , μέχρι τη χερσόνησο Taymyr στα ανατολικά, όπου αναπαράγεται η πλειοψηφία του πληθυσμού.

Ως βιότοπο φωλιάσματος τα πουλιά προτιμούν, χαμηλούς χωματόλοφους, συνήθως σε πρανή ποταμών ή λιμνών.

αγριόγιδο


αγριόγιδο





Τα αγριόγιδα απαντώνται συνήθως σε κοπάδια των 5-15 ατόμων αλλά τα αρσενικά ζουν μόνα τους, εκτός από την περίοδο της αναπαραγωγής. Εκτιμάται ότι ο συνολικός αριθμός του στην Ελλάδα δεν ξεπερνά πλέον τα 500 άτομα.Το χειμώνα το τρίχωμα του σώματός του είναι σκούρο καφέ, σχεδόν μαύρο, ενώ το καλοκαίρι είναι ανοιχτόχρωμο. Στο κεφάλι ξεχωρίζουν οι σκουρόχρωμες λωρίδες που ξεκινάνε από τα κέρατα και φτάνουν στα ρουθούνια του ζώου (μία σε κάθε πλευρά). Και τα δύο φύλα φέρουν κέρατα, σχεδόν ίδιου μεγέθους, που είναι όρθια και γυριστά προς τα πίσω, σαν αγκίστρια. Τρέφεται με πόες, ενώ το χειμώνα συμπληρώνει τη διατροφή του με φύλλα, βελόνες κωνοφόρων, μπουμπούκια, κλαδάκια και λειχήνες.

αγριόγιδο

Το παράνομο κυνήγι παραμένει η κυριότερη απειλή για το είδος. Σε αυτό συμβάλλουν η ουσιαστικά ανύπαρκτη φύλαξη των βιοτόπων του, τα προβλήματα ή η έλλειψη φορέων διαχείρισης και ειδικών επιστημόνων και φυλάκων στις προστατευόμενες περιοχές όπου απαντάται, η συχνή οριοθέτηση των καταφυγίων άγριας ζωής χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι οικολογικές απαιτήσεις του είδους αλλά και η διάνοιξη ορεινού οδικού δικτύου ακόμα και στις πιο απομακρυσμένες περιοχές, με αποτέλεσμα να διευκολύνεται πολύ η προσέγγιση των λαθροκυνηγών.
Σοβαρές είναι και οι απειλές που προέρχονται από την καταστροφή και την υποβάθμιση καίριων σημείων του βιότοπου του ζώου από ορισμένες ανθρώπινες δραστηριότητες όπως το μότο κρός κλπ.

μαυρογύπας


λόγοι εξαφάνισης του μαυρογύπα

 Ένας από τους κύριους παράγοντες που οδήγησαν στη μείωση των πληθυσμών των μαυρόγυπων στην ελληνική ύπαιθρο ήταν η έλλειψη τροφής λόγω της αλλαγής των πρακτικών κτηνοτροφίας, από ζώα ελεύθερης βοσκής σε εσταυλισμένα ζώα. Για να αντιμετωπιστεί αυτή η απώλεια, το 1987 δημιουργήθηκε χώρος συμπληρωματικής τροφοδοσίας των γυπών κοντά στο χωριό της Δαδιάς γεγονός που συνέβαλε στην αύξηση και σταθεροποίηση του πληθυσμού των μαυρόγυπων.
Ένας επίσης σοβαρός παράγοντας της μείωσης των μαυρόγυπων αλλά και των άλλων ειδών γυπών ήταν η εκτεταμένη χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων για την καταπολέμηση των μεγάλων και μικρών σαρκοφάγων ζώων, όπως οι λύκοι, τα τσακάλια, οι αλεπούδες, τα κουνάβια και οι ασβοί, καθώς και των πουλιών, όπως αετοί και κορακοειδή, είδη άγριας πανίδας που στο παρελθόν διώκονταν ως ζώα «επιβλαβή» για την αγροτική παραγωγή. Οι μαζικές θανατώσεις γυπών που τρέφονταν με τα δηλητηριασμένα νεκρά ζώα οδήγησε στη συρρίκνωση των πληθυσμών τους σε ελάχιστες περιοχές της Ευρώπης και της Ελλάδας.

ιστορία μαυρογύπα

Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1950 ήταν πολύ διαδεδομένο και πολυάριθμο, τόσο στην ηπειρωτική Ελλάδα όσο και στην Κρήτη. Στη συνέχεια ο πληθυσμός του συρρικνώθηκε δραματικά με αποτέλεσμα τη δεκαετία του 1980 η αναπαραγωγή του να περιοριστεί σε δύο περιοχές της Ελλάδας - τον Όλυμπο και στο Εθνικό Πάρκο Δαδιάς-Λευκίμης-Σουφλίου.
Σήμερα ο μοναδικός αναπαραγόμενος πληθυσμός του μαυρόγυπα στη Βαλκανική απαντάται στο ΕΠ Δαδιάς όπου το WWF Ελλάς εργάζεται για την επιβίωση του εδώ και τρεις σχεδόν δεκαετίες. Αποτέλεσμα της παρουσίας του WWF στην περιοχή από το 1980 και της εγκατάστασης επιστημονικής ομάδα το 1993 είναι ο πληθυσμός του μαυρόγυπα να έχει αυξηθεί από 25 μόλις άτομα το 1980, σε 90-100 την τελευταία πενταετία.
Ο μαυρόγυπας δεν μεταναστεύει και σπάνια πετά μακριά από την περιοχή αναπαραγωγής του. Πραγματοποιεί όμως κοντινές μετακινήσεις, ιδιαίτερα στη μη αναπαραγωγική ηλικία, με αποτέλεσμα μαυρόγυπες από το ΕΠ Δαδιάς συχνά μετακινούνται δυτικά έως το νομό Δράμας και βόρεια σε κοιλάδες του Άρδα εντός της Βουλγαρίας. Συχνάζει σε δασώδεις ημιορεινές και ορεινές περιοχές και φωλιάζει σε ώριμα πεύκα που περιβάλλονται από μικρά ανοίγματα ή χαμηλή βλάστηση σε πολύ απότομες πλαγιές

φώκιες



λόγοι εξαφάνισης φώκιας

Μέχρι τον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο οι άνθρωποι κυνηγούσαν τη μεσογειακή φώκια για το δέρμα της, με το οποίο έφτιαχναν παπούτσια και ζώνες, και για το λίπος της, από το οποίο έφτιαχναν σπαρματσέτα και σαπούνι. Στις μέρες μας το κυνήγι της για εμπορικούς σκοπούς έχει σταματήσει, αλλά η μεσογειακή φώκια απειλείται περισσότερο παρά ποτέ. Κυριότερα αίτια είναι η καταστροφή των βιότοπων του ζώου καθώς και η εκ προθέσεως θανάτωσή του.
Η επέκταση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στο μεγαλύτερο μέρος των ακτών (κυρίως λόγω της τουριστικής ανάπτυξης) έχουν επιφέρει δραματική συρρίκνωση και υποβάθμιση των βιότοπων του είδους. Οι παραλίες όπου κάποτε ξεκουράζονταν οι φώκιες, έχουν σήμερα γεμίσει ξενοδοχεία και ταβέρνες. Το χειρότερο: ακόμα και τα τελευταία καταφύγια του ζώου, οι θαλασσινές σπηλιές, είναι πλέον προσιτά στους κατόχους σκαφών αναψυχής, που με την παρουσία τους μπορεί να ενοχλήσουν και να τρομάξουν τις φώκιες.
Στην υποβάθμιση του βιότοπου της μεσογειακής φώκιας συμβάλλει και η ρύπανση από βιομηχανικά απόβλητα και προϊόντα πετρελαίου.
Παράλληλα, η υπεραλίευση καθώς και η παράνομη αλιεία (π.χ. με χρήση δυναμίτη) έχουν οδηγήσει σε σημαντική μείωση των ιχθυαποθεμάτων. Οι φώκιες, ανήμπορες πλέον να εξασφαλίσουν αρκετή τροφή από το φυσικό τους στοιχείο, στρέφονται ολοένα και συχνότερα στα δίχτυα των ψαράδων αφαιρώντας την "ψαριά" και προξενώντας ζημιές στα αλιευτικά εργαλεία. Οι αλιείς, οργισμένοι, φτάνουν σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και στη θανάτωση των ζώων.

πληροφορίες για την φώκια

Η μεσογειακή φώκια είναι ένα από τα 35 είδη φώκιας που υπάρχουν σε όλο τον κόσμο. Το μήκος των ενηλίκων ατόμων μπορεί και να φτάσει 3,80 μ. αλλά συνήθως δεν ξεπερνά τα 2,5μ.Το βάρος των μικρών ατόμων είναι 10-20 κιλά και των ενηλίκων περίπου 300.
Έχει κοντό, στιλπνό τρίχωμα, το χρώμα του οποίου ποικίλλει στις διάφορες περιοχές του σώματος από το ανοιχτό καφέ μέχρι το μαύρο με τα αρσενικά άτομα να είναι συνήθως πιο σκούρα από τα θηλυκά. Αυτό ακριβώς το σκούρο χρώμα της, που θυμίζει ράσο, και ο παχύς λαιμός της, που μοιάζει με κουκούλα μοναχού, έδωσαν στη μεσογειακή φώκια το λατινικό της όνομα που σημαίνει "φώκια μοναχός".
Οι μεσογειακές φώκιες ζουν περίπου 40 χρόνια και γεννάνε κάθε ένα ή δύο χρόνια (Σεπτέμβριο-Οκτώβριο) συνήθως ένα μικρό. Η κυοφορία διαρκεί 11 μήνες και η γαλουχία έξι ως οκτώ εβδομάδες.

Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010

ελέφαντας

εικόνες ελέφαντα



λόγοι εξαφάνισης του ελέφαντα

Κάθε χαυλιόδοντας στα ενήλικα αρσενικά φθάνει το μήκος των 3 μέτρων και βάρος από 25-50 κιλά ενώ στα θηλυκά δεν ξεπερνά τα 10 κιλά. Στο παρελθόν το κυνήγι του ελέφαντα για τους πολύτιμους χαυλιόδοντες του , το ονομαστό ελεφαντόδοντο, γινόταν σε τέτοιο μεγάλο βαθμό που ήταν αιτία το είδος να απειληθεί με εξαφάνιση και χρειάστηκε την επέμβαση των αρχών για την προστασία του με την δημιουργία μεγάλων πάρκων. Σήμερα πάντως και με την παρέμβαση πολλών οικολογικών οργανώσεων το κυνήγι του ελέφαντα έχει σχεδόν σταματήσει. Σε μερικούς ελέφαντες στις περιοχές της Ζάμπια και της Μοζαμβίκης οι χαυλιόδοντες απουσιάζουν εντελώς. Κάποιοι επιστήμονες θεωρούν ότι αυτό έγινε από την φύση ώστε να προστατευτεί το είδος από τους κυνηγούς.

πληροφορίες για τον ελέφαντα


Ο Ελέφαντας είναι το μεγαλύτερο χορτοφάγο θηλαστικό στη γη και ζει στην Ασία και την Αφρική. Ο Αφρικανικός ελέφαντας είναι μεγαλύτερος με ύψος που φτάνει τα 3,9 μέτρα και βάρος τους 7,5 τόνους ενώ ο Ασιατικός τα 3 μέτρα και βάρος τους 5 τόνους. Ο πρόγονος του σημερινού ελέφαντα είναι το μαμούθ που έζησε στην τεταρτογενή περίοδο.
Το πιο χρήσιμο εργαλείο στον ελέφαντα είναι η προβοσκίδα που είναι πιο ευέλικτη ακόμα και από τα ανθρώπινα χέρια. Είναι πολύ δυνατή και χρήσιμη για τη συλλογή τροφής και νερού και με αυτή μπορεί να ξεριζώνει θάμνους και μικρά δένδρα και να κόβει κλαδιά. Η άκρη της δε είναι τόσο επιδέξια που μπορεί να μαζεύει και τα πιο μικροσκοπικά αντικείμενα από το έδαφος. Επίσης η προβοσκίδα απορροφά σκόνη και λάσπη ψεκάζοντας τη στο σώμα του ελέφαντα προστατεύοντας τον από τη ζέστη και τον καυτό ήλιο.ενώ αποτελεί και ένα ισχυρό αμυντικό όπλο αφού λειτουργεί σαν πανίσχυρο ρόπαλο εναντίον των εχθρών του.
Χαρακτηριστικό στον ελέφαντα εκτός από την προβοσκίδα είναι και οι χαυλιόδοντες του. Μεγάλοι κοπτήρες που φυτρώνουν στην άνω γνάθο και χρησιμοποιούνται ως όπλο και βοηθητικό εργαλείο. Κάθε χαυλιόδοντας στα ενήλικα αρσενικά φθάνει το μήκος των 3 μέτρων και βάρος από 25-50 κιλά ενώ στα θηλυκά δεν ξεπερνά τα 10 κιλά. Ο ελέφαντας έχει μικρά μάτια , η όραση του δεν είναι καλή και δύσκολα μπορεί να διακρίνει ένα αντικείμενο σε απόσταση 50 μέτρων, όμως η όσφρηση του είναι πολύ ανεπτυγμένη. Παρά το τεράστιο κεφάλι που διαθέτει ο εγκέφαλος του είναι πολύ μικρός , 4 μόνο φορές βαρύτερος από αυτόν του ανθρώπου .Είναι πανέξυπνο και συναισθηματικό ζώο με πολύ καλή μνήμη ,που την χρησιμοποιεί κυρίως για τον προσανατολισμό του , γι αυτό επικρατεί και η ρήση έχει μνήμη ελέφαντα.

Τρίτη 14 Δεκεμβρίου 2010

ιστορία δελφινιού

Τα δελφίνια είναι θαλάσσια θηλαστικά, που συγγενεύουν με τις φάλαινες. Υπάρχουν περίπου 40 είδη δελφινιών από 17 γένη. Το μέγεθός τους ποικίλλει από 1,2 μέτρα και 40 κιλά (δελφίνι του είδους Maui's Dolphin) μέχρι 9,5 μέτρα και 10 τόνους (που είναι η όρκα, που λέγεται και Δολοφόνος- Φάλαινα). Απαντώνται σε όλες σχεδόν τις θάλασσες του κόσμου, καθώς και σε ορισμένα μεγάλα ποτάμια, όπως είναι ο Αμαζόνιος και ο ποταμός Γιανγκτσέ της Κίνας, και είναι ζώα σαρκοβόρα (τρέφονται κυρίως με ψάρια και καλαμάρια). Τη νύχτα τα θηλυκά κοιμούνται στην επιφάνεια του νερού, ενώ τα αρσενικά αναδύονται κάθε μισή ώρα για να αναπνεύσουν. Η οικογένεια Δελφινίδες είναι η μεγαλύτερη των Κητωδών και από εξελικτική άποψη σχετικά νέα. Τα δελφίνια εμφανίστηκαν πριν από περίπου δέκα εκατομμύρια χρόνια, κατά το Μειόκαινο. Τα δελφίνια θεωρούνται από τα πλέον ευφυή ζώα και έχουν καταστεί δημοφιλή στους ανθρώπους μέσα στους αιώνες για την παιχνιδιάρικη συμπεριφορά τους και τη φιλική τους εμφάνιση

βίντεο με την καρέτα καρέτα

πληροφορίες για την καρέτα καρέτα

Υπάρχει στη γη από την εποχή των δεινοσαύρων και είναι το μόνο είδος θαλάσσιας χελώνας που αναπαράγεται στην Eλλάδα! Η καρέτα είναι ερπετό που έχει προσαρμοστεί βιολογικά στο θαλάσσιο περιβάλλον. Πρόκειται για μία μεγάλη θαλάσσια χελώνα με καβούκι που αποτελείται από κεράτινες πλάκες καφεκόκκινου χρώματος και,  όπως και τα άλλα είδη θαλάσσιων χελωνών, αναπνέει με πνεύμονες.  Ζυγίζει κατά μέσο όρο 90 κιλά και το μήκος της φτάνει το ένα μέτρο. Τρέφεται κυρίως με θαλάσσια φυτά και ασπόνδυλα με ιδιαίτερη προτίμησή στις τσούχτρες.Ζει στη Μεσόγειο, τον Ατλαντικό, τον Ινδικό και τον Ειρηνικό Ωκεανό, ενώ καταφύγιο της αποτελεί και ο Όρμος της Απολακκιάς! Η διαιώνισή της εξαρτάται απόλυτα από τη στεριά, αφού εκεί ολοκληρώνεται ο βιολογικός της κύκλος, με την ωοτοκία, την εκκόλαψη, και την επακόλουθη είσοδο των νεοσσών στη θάλασσα.

λόγοι εξαφάνισης καρέτα καρέτα

Για πρώτη φορά εδώ και εκατομμύρια χρόνια, η καρέτα απειλείται με εξαφάνιση.Η υποβάθμιση και η καταστροφή των βιότοπων όπου αναπαράγεται η καρέτα θέτουν σε σοβαρό κίνδυνο την επιβίωση του είδους.Σημαντικές απειλές αποτελούν επίσης η χρήση μη επιλεκτικών αλιευτικών εργαλείων -κάθε χρόνο χιλιάδες θαλάσσιες χελώνες μπλέκονται τυχαία στα δίχτυα και τα παραγάδια και πνίγονται- και η ρύπανση από προϊόντα πετρελαίου, χημικές ουσίες και σκουπίδια.Ιδιαίτερο πρόβλημα αποτελούν οι πλαστικές σακούλες, αφού οι χελώνες τις τρώνε, νομίζοντας πως πρόκειται για τσούχτρες, με αποτέλεσμα να πεθαίνουν από ασφυξία.Τέλος, κάποιες χελώνες τραυματίζονται, μερικές φορές θανάσιμα, από ταχύπλοα σκάφη που πλέουν κοντά στις παραλίες ωοτοκίας.

βίντεο με το δαίμονα της τασμανίας

πληροφορίες για το δαίμονα της τασμανίας


Ο διάβολος της Τασμανίας (Sarcophilus harrisii) γνωστός και ως δαίμονας της Τασμανίας και σαρκόφιλος είναι σαρκοφάγο μαρσιποφόρο που βρίσκεται στην φύση πλέον μόνο στην νησιωτική πολιτεία της Αυστραλίας,Τασμανία.
Ο διάβολος της Τασμανίας είναι το μόνο επιζών μέλος του γένους Sarcophilus. Έχει μέγεθος μικρού σκύλου, αλλά είναι κοντόχοντρο και μυώδες και μετά την εξαφάνιση της θυλακίνης  το 1936 είναι το μεγαλύτερο σαρκοφάγο μαρσιποφόρο. Χαρακτηρίζεται από την μαύρη γούνα του, την έντονη οσμή όταν αγχώνεται, την εξαιρετικά δυνατή και ενοχλητική κραυγή του και την αγριότητά του όταν τρώει. Τρέφεται και από το κυνήγι αλλά και από θνησιμαία ενώ παρόλο που είναι εν γένει μοναχικό ζώο, μερικές φορές τρώει σε ομάδες.
Ο διάβολος της Τασμανίας εξαφανίστηκε από την ηπειρωτική Αυστραλία τουλάχιστον 3.000 χρόνια πριν, πολύ πριν τον ευρωπαϊκό αποικισμό το 1788. Επειδή θεωρούνταν απειλή για την κτηνοτροφία στην Τασμανία, οι διάβολοι κυνηγιόνταν μέχρι το 1941, οπότε και προστατεύθηκαν επίσημα.

Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2010

λόγοι εξαφάνισης δαίμονα της τασμανίας

Ο Δαίμονας της Τασμανίας είναι ένα  ζωάκι, που ζει μονάχα στην νησιώτικη Πολιτεία της αυστραλιανής Τασμανίας και σήμερα μαστίζεται από μία μυστηριώδη μορφή καρκίνου.Στα αρχικά της στάδια, η ασθένεια εκδηλώνεται με μικρές κακώσεις και εξογκώματα στο στόμα και στα ούλα του ζώου. Σταδιακά οι κακώσεις εξελίσσονται σε κακοήθεις όγκους που εισβάλλουν στα ζωτικά όργανα του ζώου, όπως στο συκώτι και τα νεφρά, και επιφέρουν το θάνατο μετά πέντε περίπου μήνες, καθώς ο «δαίμονας» δεν μπορεί πια να φάει και πεθαίνει από την πείνα.Μέχρι στιγμής, οι ειδικοί μόνο εκτιμήσεις μπορούν να κάνουν για τα αίτια της ασθένειας, για την οποία γνωρίζουν ελάχιστα, παρά το γεγονός ότι έχουν περάσει 8 χρόνια από το πρώτο κρουσμα.Θεωρούν πιθανή αιτία έναν ρετροϊό, που είναι υπεύθυνος για σχεδόν όλες τις γνωστές μορφές καρκίνου. Ο ρετροϊός αυτός είναι παρόμοιος με εκείνον που προκαλεί το έιτζ και την επιδημία SARS.Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι πιθανότατα η ασθένεια μεταδίδεται στη διάρκεια του καβγά που στήνουν τα ζώα κατά τη διεκδίκηση της τροφής τους.

ΤΣΑΚΑΛΙ




περιγραφή τσακαλιού

Το τσακάλι ανήκει στην οικογένεια των κυνοειδών και σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία έχει το δεύτερο μικρότερο πληθυσμό στην Ελλάδα μετά από αυτόν του λύκου. Αποτελεί ένα μεσαίου μεγέθους σαρκοφάγο, ωστόσο θεωρείται οπορτουνιστικό ζώο στην επιλογή τροφής, με αποτέλεσμα η διατροφή του να είναι εμπλουτισμένη με φυτά και φρούτα. Το χρώμα του είναι γκριζοκίτρινο ή κοκκινωπό, με μαύρες κηλίδες στην πλάτη, κάτι που κυρίως εξαρτάται από την εποχή και την περιοχή στην οποία συναντάται. Η ουρά του είναι περίπου 30 εκ. κοκκινωπή εκτός από την άκρη της, που έχει χαρακτηριστικό μαύρο χρώμα.
 Η προέλευσή του παραμένει άγνωστη. Θεωρείται ότι μετακινήθηκε στα νοτιοανατολικά βαλκάνια από τους ασιατικούς πληθυσμούς. Το χρυσό τσακάλι έχει εξάπλωση στη βορειοανατολική Αφρική, στη νοτιοανατολική Ευρώπη, και στη νότια Ασία, με 13 υποείδη να έχουν ταυτοποιηθεί. Παρ΄όλο που συνήθως ομαδοποιείται με τα άλλα 2 είδη τσακαλιών που συνεχίζουν να επιβιώνουν, τα Canis mesomelas και Canis adustus, γενετικοί έλεγχοι έχουν αποδείξει ότι σχετίζεται περισσότερο με άλλα συγγενικά είδη κυνοειδών όπως ο Λύκος (Canis lupus) και το Κογιότ (Canis latrans).

το τσακάλι απειλείται

Κάποτε ήταν κοινό σε ολόκληρη την Ελλάδα και επικηρυγμένο ως επιβλαβές, σήμερα κινδυνεύει με εξαφάνιση.Ο λόγος για το μεσαίου μεγέθους σαρκοφάγο τσακάλι (Canis aureus), του οποίου ο συνολικός πληθυσμός δεν ξεπερνά πλέον τα 1000 άτομα, με την κατανομή του στον ελλαδικό χώρο να εμφανίζεται γεωγραφικά ασυνεχής και κατακερματισμένη.Μάλιστα, η Ελλάδα είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα με βιότοπους τσακαλιών, όπου οι πληθυσμοί τους τα τελευταία χρόνια διαρκώς μειώνονται.Τα στοιχεία αυτά αναφέρονται μεταξύ άλλων στην έρευνα «Μελέτη των πληθυσμών τσακαλιού (Canis aureus) σε Χαλκιδική και Πελοπόννησο» που πραγματοποιήθηκε από την περιβαλλοντική οργάνωση WWF Ελλάς και την Καλλιστώ – περιβαλλοντική οργάνωση για την άγρια ζωή και τη φύση, το διάστημα 2008-2009.Οι δύο οργανώσεις κατέγραψαν τους εναπομείναντες πληθυσμούς τσακαλιών και τις απειλές που αντιμετωπίζουν σε δύο σημαντικές περιοχές εξάπλωσής τους, Χαλκιδική και Πελοπόννησο, εκτιμώντας μεταξύ άλλων και την επίδραση των καταστροφικών πυρκαγιών των ετών 2006-2007.

ΚΟΑΛΑ



χαρακτηριστικά κοάλα


Το κοάλα   είναι μαρσιποφόρο φυτοφάγο ζώο που ζει στην Αυστραλία, μόνος εκπρόσωπος της οικογένειας φασκολαρκτίδες.
Το κοάλα απαντάται σε ολόκληρη την ανατολική ακτή της Αυστραλίας, από την Αδελαΐδα μέχρι το νότιο τμήμα της χερσονήσου Κέιπ Γιορκ, και στην ενδοχώρα σε βάθος που εξαρτάται από την παρουσία βροχών που μπορούν να συντηρήσουν δάση ευκαλύπτου, τα φύλλα του οποίου αποτελούν και την αποκλειστική τροφή του. Τα Κοάλα της νότιας Αυστραλίας εξοντώθηκαν σε μεγάλη κλίμακα στις αρχές του 20ου αιώνα, αλλά ο πληθυσμός του είδους ανανεώθηκε σε κάποιο βαθμό. Σήμερα τα κοάλα είναι σχεδόν απειλούμενο είδος.

το κοάλα απειλείται


Κατά τις αρχές του 20ού αιώνα το κοάλα κυνηγήθηκε μέχρι εξαφάνισης, κυρίως για τη γούνα του. Στα πρόσφατα χρόνια, κάποιες αποικίες χτυπήθηκαν σοβαρά από ασθένειες, ιδιαίτερα από τα χλαμύδια. Τα κοάλα χρειάζονται μεγάλες και υγιείς δασώδεις περιοχές, και ταξιδεύουν μεγάλες αποστάσεις μέσω των διαδρόμων των δέντρων, σε αναζήτηση νέων περιοχών και συντρόφων. Ο ολοένα αυξανόμενος ανθρώπινος πληθυσμός στις παράκτιες περιοχές συνεχίζει να κόβει τους διαδρόμους αυτούς με την αγροτική και οικιστική ανάπτυξη, τη δασοπονία και την κατασκευή δρόμων, αφήνοντας τις αποικίες των κοάλα σε όλο και θαμνώδεις περιοχές που όλο και μειώνονται.

Κοάλα σε πάρκο του Κουήνσλαντ, Αυστραλία.
Τα κοάλα ζουν σε 4 αυστραλιανές πολιτείες. Υπό την πολιτειακή νομοθεσία, το είδος χαρακτηρίζεται ως "τρωτό" στη βιοσφαίρα (Bioregion) του νοτιανατολικού Κουήνσλαντ (South East Queensland) και στη Νέα Νότια Ουαλλία (New South Wales) και "σπάνιο" στη Νότια Αυστραλία. Η εθνική κατάσταση του είδους τελεί υπό αναθεώρηση. H IUCN κατατάσσει το είδος στα σχεδόν απειλούμενα.

Τρίτη 7 Δεκεμβρίου 2010

ΠΑΠΑΓΑΛΟΣ ΜΑΚΑΟ



πληροφορίες για παπαγάλο μακάο

Μπλε παπαγάλος που ζούσε στην πολιτεία Bahia της Βραζιλίας. Από το 1988 που εξαφανίστηκε, θύμα του αφανισμού των δασών και του παράνομου εμπορίου ζώων, αναζητούσαν τα ίχνη του. Το 1990 ανακαλύφθηκε ένα αρσενικό και υπάρχουν ελπίδες να ζευγαρωθεί με μια θηλυκή από ιδιωτικό ζωολογικό κήπο.

ΠΑΠΑΓΑΛΟΣ ΜΑΚΑΟ

Ο μεγαλυτερος παπαγάλος είναι ο Υάκινθος Μακάο (Hyacinth Macaw, Anodorhynchus hyacinthinus) με μήκος που φτάνει το ένα μέτρο.Το ράμφος τους είναι γαμψό. Ο πάνω βραχίονας είναι μεγαλύτερος και κυρτός σαν γάντζος και πολύ ισχυρός κι ο κάτω βραχίονας φαίνεται σαν χωμένος μέσα στον πάνω.Έχουν κοινά πόδια με τέσσερα δάχτυλα από τα οποία τα δύο είναι στραμμένα προς τα εμπρός και τα δύο πίσω, είναι δηλαδή ζυγοδάκτυλοι. Η διάταξη αυτή τους δίνει μεγάλη συλληπτική ικανότητα. Τα φτερά τους έχουν μεγάλο μάκρος στο άνοιγμα, που τους διευκολύνει στην πτήση και η ουρά τους έχει αρκετό μήκος. Επειδή η γλώσσα τους είναι χοντρή και σαρκώδης, τους διευκολύνει στο να αρθρώνουν λέξεις και στο να μαθαίνουν μελωδίες αλλά ακόμη σημαντικότερο ρόλο παίζουν οι φωνητικές χορδές τους, που είναι παρόμοιες με αυτές του ανθρώπου.Το φτέρωμά τους είναι κατά κανόνα πολύχρωμο με λαμπρά και εντυπωσιακά χρώματα

ΚΑΓΚΟΥΡΟ


ΚΑΓΚΟΥΡΟ

Οι Αυστραλοί πρέπει  να τρώνε περισσότερα καγκουρό αν θέλουν να σώσουν τον κόσμο από το φαινόμενο του θερμοκηπίου, υποστηρίζει οικολόγος ακτιβιστής.
Η αμφιλεγόμενη προτροπή καλεί τους Αυστραλούς να σταματήσουν να τρώνε βοδινό και να στραφούν στο εθνικό σύμβολο της Αυστραλίας ως τροφή, μετά από τη δημοσίευση της έρευνας που μιλά για τρόπους μείωσης του φαινομένου του θερμοκηπίου. Ο υπεύθυνος ενέργειας της Greenpeace, Mark Wakeham, κάλεσε τους Αυστραλούς να αντικαταστήσουν το κόκκινο κρέας με κρέας καγκουρό για να μειώσουν την καταστροφή των δασών και την παραγωγή μεθανίου από τις αγελάδες και τα πρόβατα.
"Πρόκειται για μία αλλαγή στον τρόπο ζωής που μπορούμε να κάνουμε" λέει ο Wakeman. "Το να αλλάξουμε το είδος κρέατος που τρώμε είναι ένας μικρός τρόπος που κάνει διαφορά όμως" 

ΚΑΓΚΟΥΡΟ

Το καγκουρό είναι μαρσιποφόρο ζώο που απαντάται στην Αυστραλία και τη Νέα Γουϊνέα. Ανήκουν στην οικογένεια των μακρόποδων, που περιλαμβάνει 63 είδη καγκουρό.Ο πρώτος Ευρωπαίος που είδε καγκουρό ήταν ο Ολλανδός ναυτικός Φραντσίσκο Πέλσαρτ, το 1629, όταν το πλοίο του ναυάγησε στην ακτή της Αυστραλίας. Το όνομά τους το πήραν από τον Άγγλο θαλασσοπόρο Τζέιμς Κουκ. Όταν ο Κουκ έφτασε, το 1770, στην Αυστραλία, παρατήρησε το ζώο και ρώτησε τους ιθαγενείς πώς λέγεται. Αυτοί απάντησαν: "Καν γκου ρό", που σημαίνει "πάνω-κάτω".Το αληθινό όνομα του Καγκουρό στη γλώσσα των Ιθαγενών είναι γολαρού και το λένε έτσι μέχρι και σήμερα. Αυτά που είχε δει ο Κουκ ήταν τα γαλαμπί όπως τα λένε οι Ιθαγενείς, και ανήκουν και αυτά στην οικογένεια των μακρόποδων.Όλα όμως τα ζώα που τα λένε καγκουρό, μικρά ή μεγάλα ανήκουν στην τάξη των μαρσιποφόρων. Το όνομα μαρσιποφόρα προέρχεται από την αρχαία λέξη μάρσιπος, που σημαίνει σάκος και δόθηκε στα ζώα αυτά επειδή η θηλυκιά έχει ένα είδος σάκου στην κοιλιά, όπου τα μικρά τους περνούν τους πρώτους μήνες της ζωής τους. Στην κοιλιακή πλευρά του μαρσίπου υπάρχουν οι θηλές, απ' όπου τα μικρά καγκουρό θηλάζουν για μερικούς μήνες. Όταν γεννηθούν, η μητέρα γλείφει το τρίχωμα της κοιλιάς της κι ανοίγει ένα δρόμο ως τον σάκο, ώστε τα μικρά να μπορούν εύκολα να τον βρούν.
Η θηλυκιά γεννάει ένα, και καμιά φορά δύο, μικρά. Μερικοί επιστήμονες λένε ότι τα καγκουρό ζούσαν σε δέντρα, και δεν είναι γνωστό πώς ή γιατί κατέβηκαν στο έδαφος. Ωστόσο ένα είδος, τα δενδρόβια καγκουρό, ξαναγύρισαν στα δέντρα όπου τρέφονται και κοιμούνται.

Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2010

ΟΥΡΑΚΟΤΑΓΚΟΣ

Ουρακοτάγκος ονομάζεται το μόνο μέλος του γένους των μεγάλων πιθήκων που ζει σήμερα στην Ασία, δηλαδή του γένους Pongo. Αποτελεί ένα από τα πιο ευφυή πρωτεύοντα και είναι ικανό στην χρήση περίπλοκων εργαλείων. Σε γενικές γραμμές, οι ουρακοτάγκοι δεν είναι επιθετικά ζώα, αλλά ζουν κυρίως μοναχικές ζωές, αναζητώντας τροφή. Το τρίχωμα τους είναι καφέ-κόκκινο, σε αντίθεση με το τυπικό μαύρο τρίχωμα των περισσότερων άλλων πιθήκων.

ΟΥΡΑΚΟΤΑΓΚΟΣ



ΟΥΡΑΚΟΤΑΓΚΟΣ

 Όντας ενδημικά είδη στην Ινδονησία και την Μαλαισία, οι ουρακοτάγκοι συναντούνται σήμερα μόνο εξαφάνιση: ο Ουρακοτάγκος του Βόρνεο (Pongo pygmaeus) και ο Ουρακοτάγκος της Σουμάτρα, ο οποίος βρίσκεται σε κρίσιμη απειλή. Η υποοικογένεια Ponginae περιλαμβάνει επίσης τα αφανισμένα γένη Gigantopithecus και Sivapithecus. Η λέξη "ουρακοτάγκος" προέρχεται από τις λέξεις "orang" (άνθρωπος) και "(h)utan" (δέντρο); δηλαδή, "ο άνθρωπος των δασών

Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2010

ΓΑΤΟΠΑΡΔΟΣ

ΓΑΤΟΠΑΡΔΟΣ

 Σήμερα, λιγότερα από 12.500 τσίτα εκτιμάται ότι απομένουν σε 25 αφρικανικές χώρες, με τον μεγαλύτερο πληθυσμό, γύρω στα 2.500 άτομα, να φιλοξενείται στη Ναμίμπια. Περίπου 50-60 άτομα του ασιατικού υποείδους πιστεύεται ότι απομένουν στο Ιράν.
Το σπάνιο αιλουροειδές, γνωστό για την ταχύτητα των 120 χιλιομέτρων ανά ώρα που μπορεί να αναπτύξει καταδιώκοντας τη λεία του, προστέθηκε τώρα στη λίστα των απειλούμενων ειδών σε συνέδριο της διεθνούς Σύνθήκης για τη Διατήρηση μεταναστευσης, το οποίο πραγματοποιήθηκε στη Ρώμη υπό την αιγίδα του ΟΗΕ.. 

ΓΑΤΟΠΑΡΔΟΣ

Ο γατόπαρδος ή αλλιώς τσίτα, ή τσιτάχ, είναι το γρηγορότερο χερσαίο ζώο στον πλανήτη μας. Μπορεί να αναπτύξει ταχύτητα ως και 110 χλμ. την ώρα. Αυτό του επιτρέπει να κυνηγά πολύ γρήγορα θηράματα, όπως οι γαζέλες. Αντίθετα από τα άλλα αιλουροειδή, ο γατόπαρδος κυνηγά την ημέρα. Τα νύχια του δεν συστέλλονται και αυτό του επιτρέπει να γαντζώνεται στο έδαφος καθώς τρέχει και να επιταχύνει αστραπιαία. Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι μπορεί να στρίβει δίχως να μειώνουν την ταχύτητά του. Η ουρά του τον βοηθά να διατηρεί την ισορροπία του όταν τρέχει. Όταν δεν κυνηγά θηράματα, το τσίτα ξαπλώνει κάτω από τις σκιές των δέντρων και ξεκουράζεται. Η θηλυκή γεννά 3-6 μικρά τα οποία φροντίζει μόνη της μέχρι να φτάσουν την ηλικία των 18 μηνών και εγκαταλείψουν την μητέρα τους. Τα αδέλφια όμως παραμένουν και κυνηγούν μαζί, σαν ομάδα, μέχρι να γίνουν καλοί κυνηγοί. Ο γατόπαρδος μπορεί να εξημερωθεί εύκολα. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι τους χρησιμοποιούσαν για να κυνηγούν  λαγούς και γαζέλες. Σήμερα το κυνήγι αυτό έχει εγκαταλειφθεί. Το 2008 συμπεριλήφθηκε στην Κόκκινη Λίστα των ειδών του πλανήτη που απειλούνται[1]με εξαφάνιση. Ο γατόπαρδος ζούσε κάποτε σχεδόν σε όλη την Αφρική και τη Μέση Ανατολή καθώς και σε μεγάλο τμήμα της Ασίας.

ΛΥΚΟΣ


ΛΥΚΟΣ

Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία και το Δασικό Κώδικα, από το 1969 απαγορεύεται η σύλληψη και η κατοχή του λύκου από ιδιώτη. Ο σημαντικότερος παράγοντας που επιδρά αρνητικά στην επιβίωση του λύκου είναι οι ανθρωπογενείς δραστηριότητες:

1. Η ανθρώπινη παρουσία ακόμα και στις πιο απομακρυσμένες περιοχές, στέρησε από το λύκο τους φυσικούς του χώρους. Πολλά τεχνικά έργα, η διάνοιξη δασικών δρόμων, τα τουριστικά θέρετρα δεν έλαβαν υπόψη τους και την παρουσία του λύκου.
2. Η επέκταση των βοσκοτόπων εις βάρος των δασικών εκτάσεων, οδήγησε στην υποβάθμιση των βιοτόπων του λύκου και στη μείωση της τροφής του (ελάφι, ζαρκάδι, αγριογούρουνο). Το παράνομοκυνήγι και η λαθροθηρία εξαφάνισε σε κάποιες περιοχές τα θηράματα των λύκων και έτσι κάποιες αγέλες αναγκάζονται να αναζητήσουν τη τροφή τους σε σκουπιδότοπους.

3. Η παράνομη θανάτωση λύκων από ορισμένους κτηνοτρόφους για την προστασία των κοπαδιών τους αποτελεί το σημαντικότερο κίνδυνο για την επιβίωση του είδους.
4. Παρατηρείται το φαινόμενο της παράνομης κατοχής λύκων από ιδιώτες, με τη δικαιολογία ότι χρειάζονται έναν "άγριο και δυνατό φύλακα".

ΛΥΚΟΣ

Ο Λύκος  είναι θηλαστικό της τάξης των Σαρκοφάγων . Έχει κοινή καταγωγή με τον σκύλο και θεωρείται πρόγονος όλων των ειδών σκύλων που υπάρχουν σήμερα. Οι λύκοι ήταν κάποτε άφθονοι και κατοικούσαν στη Βόρεια Αμερική, την Ευρασία και τη Μέση Ανατολή. Σήμερα, για διάφορους λόγους που έχουν να κάνουν με την εξάπλωση και τη δραστηριότητα του ανθρώπου, που συνεπάγεται την καταστροφή των τόπων διαβίωσης των λύκων αλλά και το εκτεταμένο κυνήγι τους, οι λύκοι υπάρχουν μόνο σε ένα πολύ μικρό κομμάτι της προηγούμενης ζώνης εξάπλωσής τους. Αναφέρονται ως απειλούμενο είδος εξαιτίας της δραστικής μείωσης του πληθυσμού του σε διάφορες περιοχές του κόσμου.